Ιστορικά του Αιγινίου: Παιδευτικός άθλος, η πρώτη ελπιδοφόρα και κατατοπιστική εργασία για την πόλη και την περιοχή της

του Αντώνη Κάλφα

Πρακτικά του 1ου Συνεδρίου τοπικής ιστορίας και πολιτισμού: Το Αιγίνιο (Λιμπάνοβο) στον ιστορικό χώρο και χρόνο, Μορφωτικός λαογραφικός Σύλλογος « Η Δήμητρα», Αιγίνιο 2016, σ. 158.

«Έφυγα το πρωί με το τοπικό τραίνο Θεσσαλονίκης- Λάρισας. Ο Αξιός και ο Αλιάκμονας με είχαν εντυπωσιάσει, σαν μεγάλα ποτάμια, τα μεγαλύτερα που είχα δει ως τότε στη ζωή μου, αλλά και με τις μεγάλες σιδερένιες γέφυρες τους. Όταν το τραίνο πέρασε τον Αλιάκμονα και σταμάτησε στο Αιγίνιο, που τότε ήταν περισσότερο γνωστό με το όνομα Λιμπάνοβνο, κατέβηκα στο κατάστρωμα του σταθμού, νομίζοντας για μια στιγμή ότι έφτασα κι' όλας στην Κατερίνη». (Η ΚΑΤΕΡΙΝΗ ΤΟ 1925. ΟΙ ΠΡΩΤΕΣ ΕΝΤΥΠΩΣΕΙΣ]. Από το βιβλίο του Σάββα Κανταρτζή Νίκη χωρίς ρομφαία. Η Δαμασκός του 2Οο αιώνα, Απομνημονεύματα, τόμος Ε΄, 1978).

Σε ένα καλαίσθητο τομίδιο/έντυπο στέγασε τις εισηγήσεις του πρώτου συνεδρίου τοπικής ιστορίας για την περιοχή του Αιγινίου ο φιλοπρόοδος σύλλογος με την επωνυμία Μορφωτικός λαογραφικός Σύλλογος «Η Δήμητρα». Πρόκειται για την αξιοποίηση—του πλούσιου όπως αποδεικνύεται—υλικού από την αρχαιολογία και την ιστορία της περιοχής (αρχαιολογικές έρευνες, βυζαντινές και μεταβυζαντινές αρχαιότητες, νεώτερες και σύγχρονες αποτυπώσεις από τα πεδία της τοπικής ιστορίας, της τοπωνυμιολογίας, της κοινωνικής και προφορικής ιστορίας καθώς και της εκπαιδευτικής και της προσφυγικής ιστορίας του Αιγινίου.

Το περιεκτικό συνέδριο όπως είναι τυπωμένο ξεκινά με τον χαιρετισμό του Δημάρχου Πύδνας-Κολυνδρού και νομίζω ότι είναι εύστοχη η παρατήρησή του πως «η μελέτη της ιστορίας ενός τόπου στο ιστορικό γίγνεσθαι δεν είναι ένα απλό διανοητικό παιχνίδι ή μια γνωστική πολυτέλεια αλλά ένα υπεύθυνο έργο που συνδέεται με τις ρίζες» αυτού του τόπου, με τη διαχρονία του.

Η πρώτη εργασία αφορά, και σωστά, την καταγωγή του Αιγινίου και την μαρτυρίες γύρω από αυτήν (Θωμάς Μπαλωματής, Το αρχαίο Αιγίνιον. Η ιστορία, η τοπογραφία, η εξέλιξή του). Χρησιμοποιούνται οι γνωστές από την αρχαιότητα πηγές, ελληνικές και λατινικές, αξιοποιούνται και κρίνονται άλλες πηγές (Π. Αναγνωστόπουλος, Εζέ κλπ), εξετάζεται η παρουσία του Αιγινίου κατά την ρωμαϊκή περίοδο ενώ, τέλος, κατατίθεται πλούσια ειδική βιβλιογραφία, γνωστή άλλωστε στους ερευνητές της πιερικής αρχαιογνωσίας από τα πολυσέλιδα συλλογικά έργα των συνεδρίων για την βυζαντινή και νεώτερη Πιερία (ΕΠΜ 1993, 1998, 2002, 2014).

Για τις αρχαιολογικές ανασκαφές στο Αιγίνιο γράφει η Κοκκώνη Δένη, αποτίοντας παράλληλα φόρο τιμής και ευγνωμοσύνη στον γνωστό αρχαιολόγο Ματθαίο Μπέσιο ο οποίος ανάλωσε τη ζωή του στις ανασκαφές, μεταξύ αυτών και στην περιοχή του Αιγινίου (θέσεις Μελίσσια, Καψοβάτης, Μαδούρι). Με την ευκαιρία, αξίζει να αναφέρουμε πως ο αρχαιολόγος Ματθαίος Μπέσιος, γνωστός από την ανασκαφική έρευνα στην περιοχή εδώ και πολλά χρόνια, μάς έδωσε έναν καλογραμμένο τόμο μεγάλου σχήματος με τίτλο «Πιερίδων στέφανος» και αφορά τις αρχαιότητες της βόρειας Πιερίας (εκδόσεις ΑΦΕ, Κατερίνη 2010). Χωρισμένο σε ενότητες χρονολογικές ο αρχαιολόγος περιγράφει τα ευρήματα στην περιοχή με ακρίβεια και συστηματικότητα—από τη νεολιθική εποχή μέχρι και την ύστερη αρχαιότητα (6500-600 π.Χ.). Με τρόπο συστηματικό, αναδεικνύονται στα οικεία κεφάλαια τα ευρήματα σε δεκάδες περιοχές από τον Κορινό ώς το Αιγίνιο ενώ οι φωτογραφίες του τόπου και των ευρημάτων κατατοπίζουν τον αναγνώστη γύρω από την ανασκαφική δραστηριότητα αλλά και τη σημασία των αντικειμένων. Πρόκειται λοιπόν για μια καλοδουλεμένη μελέτη, χρήσιμη όχι μόνο για τον ντόπιο κάτοικο της περιοχής αλλά και για τον αρχαιολάτρη έλληνα αναγνώστη.

Όπως επισημαίνεται στον πρόλογο του βιβλίου: «Η παρούσα έκδοση σκιαγραφεί την αρχαιολογική έρευνα στο βόρειο μισό τμήμα του Νομού Πιερίας και παρουσιάζει ένα μικρό, αλλά εύγλωττο δείγμα των πλούσιων καρπών, τους οποίους έχει δώσει η Πιερική γη κατά τα τελευταία 35 χρόνια. Το ιδιαίτερα αξιόλογο ανασκαφικό έργο του συναδέλφου αρχαιολόγου Ματθαίου Μπέσιου, των συνεργατών του και της ΚΖ΄ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων με έδρα τη Θεσσαλονίκη, στην οποία υπαγόταν ο Νομός Πιερίας) έχει φέρει στο φως σημαντικά στοιχεία, μερικά μάλιστα εξαιρετικής σπουδαιότητας. Σε διάφορες θέσεις από τον Κορινό μέχρι και το Αιγίνιο έχουν εντοπιστεί ίχνη κατοίκησης από τη Νεολιθική εποχή (6500 π.Χ.) μέχρι και την Ύστερη Αρχαιότητα (600 μ.Χ.).

«Η Μεθώνη και η Πύδνα - οι δύο κυρίαρχες πόλεις στο βόρειο τμήμα του Νομού και γνωστές από τις αρχαίες πηγές ως δύο από τα σπουδαιότερα λιμάνια της βόρειας ελληνικής ακτογραμμής και του μακεδονικού βασιλείου- ζωντανεύουν και πάλι μέσω των ανασκαφικών ευρημάτων, τα οποία υπαινίσσονται το μεγαλείο, τον πλούτο και τη δύναμη που είχαν αποκτήσει. Χωρίς αμφιβολία, η περιοχή της βόρειας Πιερίας, η οποία γειτνιάζει βορειοδυτικά με τη Βεργίνα, βορειοανατολικά με την Πέλλα, ανατολικά με τις θέσεις της αντικρινής παραλίας του Θερμαϊκού Κόλπου και νότια με το Δίον, την ιερή πόλη των Μακεδόνων, κατέχει έναν κομβικό χώρο στην τοπογραφία, ένα κρίσιμο σταυροδρόμι επικοινωνίας και συνάντησης ανθρώπων, αγαθών, ιδεών. Η συνέχιση της έρευνας στη συγκεκριμένη περιοχή έχει να προσφέρει ακόμη πολλά, από τα οποία καθοριστικότερης σημασίας θα είναι τα ζητήματα σχετικά με τον Α΄ και Β΄ Αποικισμό στη Μακεδονία καιτά την Εποχή του Σιδήρου (1200-700 π.Χ.) και την Αρχαϊκή (700-480 π.Χ.), εποχές για τις οποίες οι μαρτυρίες από άλλες θέσεις παραμένουν είτε λιγοστές είτε απουσιάζουν» (από το οπισθόφυλλο του βιβλίου).

Στην εργασία του Θ. Γ. Αντίκα (Προβλήματα μετονομασίας αρχαίων τοπωνυμίων στα λατινικά, σλαβικά και τουρκικά) εξετάζονται οι απαρχές, ετυμολογικές και αρχαιολογικές της χρήσης της λέξης Αιγίνιο και Λιμπάνοβο και κατατίθενται κάποιες από τις συχνότερες αλλαγές των ονομασιών πόλεων, χωριών και κωμοπόλεων της Πιερίας (1926-1967). Εδώ ορισμένα ζητήματα ιστοριογραφικής επιστήμης αξίζει να επισημανθούν. Πρώτα πρώτα είναι λανθασμένη η άποψη που γράφεται πως: «Τελικά με το διάταγμα της 17.9.1926 ονομάζεται Αιγίνιον, χάρη στον συνταξιούχο καθηγητή του Γυμνασίου Κατερίνης Αναγνωστόπουλο και το ιστορικό του βιβλίο ‘Πιερία’». Ο φιλόλογος Παναγιώτης Αναγνωστόπουλος (1904-Κατερίνη 2003) ανέλαβε υπηρεσία στο Γυμνάσιο Κατερίνης στις 13.10.1939. Διορισμένος στην Κατερίνη στα χρόνια της δικτατορίας του Μεταξά, για κάποιο διάστημα παύτηκε για τα δημοκρατικά του φρονήματα και επανήλθε, για να παραμείνει στην πόλη ως το τέλος της εκπαιδευτικής θητείας του. Είναι βέβαιο ότι ο Αναγνωστόπουλος δέθηκε με τον τόπο  και πρόσφερε  αρκετά στην εκπαίδευση και στην ιστορία της Πιερίας. Το βιβλίο του Η αρχαία Ολυμπική Πιερία, (και όχι «Πιερία») που εξέδωσε η Εστία Πιερίδων Μουσών Κατερίνης, με τοποχρονολογία Θεσσαλονίκη 1971, όπως εύστοχα επεσήμανε η αρχαιολόγος Ευτέρπη Μαρκή, αποτελεί εν πολλοίς ακόμη και σήμερα ένα αξιανάγνωστο βιβλίο και, βεβαίως πολύ σπουδαίο για την εποχή του. Συνεπώς είναι αδύνατον, αν δεν έχουμε άλλα στοιχεία, να συνέβαλε στην ονοματοδοσία του Αιγινίου ο Αναγνωστόπουλος αφού τότε ήταν 22 ετών και το πόνημά του εκδόθηκε μισόν αιώνα αργότερα. Αποδεχόμενος, εξάλλου τη γνώμη του Δήμητσα, γράφει: «Τοποθετεί μάλιστα τούτο εις το επί των χρόνων του χωρίον Λιμπάνοβον, το οποίο τελευταίως μετονομάσθη με το αρχαίον τοπωνύμιον» (σ. 152). Το δεύτερο ατόπημα του Αντίκα εντοπίζεται στη χρήση μιας θυμικής, ιμπρεσιονιστικής και όχι επιστημονικής γλώσσας: για παράδειγμα ο γνωστός Φαλμεράυερ και τα κείμενά του χαρακτηρίζονται «εμετικά». Η ιστοριογραφική επιστήμη θεωρεί και ορθά τις απόψεις του απλώς λανθασμένες, αυθαίρετες και τις έχει ήδη υποβάλει σε κριτικό έλεγχο.

Έγραφε επί παραδείγματι ο Φαλμεράιερ: «Ούτε μία απλή σταγόνα αίματος, γνησίου ελληνικού αίματος, δεν τρέχει στις φλέβες των χριστιανών κατοίκων της σημερινής Ελλάδας. Μια τρομερή καταιγίδα διασκόρπισε έως την πιο απόμακρη γωνιά της Πελοποννήσου μια νέα φυλή, συγγενή προς την μεγάλη φυλή των Σλάβων. Οι Σκύθες-Σλάβοι, οι Ιλλυριοί-Αρβανίτες, οι συγγενικοί με τους Σέρβους και τους Βουλγάρους λαοί, είναι εκείνοι που τώρα ονομάζουμε Έλληνες. Ένας λαός με σλαβικά χαρακτηριστικά, τοξοειδείς βλεφαρίδες και σκληρά χαρακτηριστικά Αλβανών βοσκών του βουνού, που φυσικά δεν προέρχεται από το αίμα του Νάρκισσου, του Αλκιβιάδη και του Αντίνοου. Μόνο μια δυνατή ρομαντική φαντασία μπορεί να ονειρεύεται ακόμα μια αναγέννηση των αρχαίων Ελλήνων», έγραψε στο “Περί της καταγωγής των σημερινών Ελλήνων”.

Το γεγονός ότι αυτοί οι (υποτιθέμενοι) Σλάβοι και Αλβανοί μιλούσαν την ελληνική γλώσσα και εκείνη ακριβώς την περίοδο αγωνίζονταν υπέρ του Ελληνισμού σε πολλά μέτωπα δεν προβλημάτισε τον Γερμανό λόγιο. Όπως και οι ναζιστές έναν αιώνα αργότερα, που θα ασπαστούν άκριτα τις θεωρίες του, ο Φαλμεράιερ ενδιαφερόταν μόνο για την «καθαρότητα του αίματος».

Παρόμοιοι χαρακτηρισμοί («εμετικά» κλπ.) ακυρώνουν τον επιστημονικό διάλογο και αντιγράφουν τη φρασεολογία της πασίγνωστης στις μέρες μας επιθετικής, συνωμοσιολογικής γλώσσας. Από την άλλη, στο κάτω-κάτω, το έργο αυτό λειτούργησε, όπως εύστοχα σημειώνει ο δηκτικός γερμανός νεοελληνιστής και φίλος Hans Eideneier περισσότερο ως «ο καταλύτης κοινών σκέψεων Ελλήνων και Φιλελλήνων για το ποιες είναι οι αληθινές ελληνικές αξίες... και (ενν. έγινε) έμμεσα ο πατέρας μιας εθνικής ελληνικής επιστήμης, που αποφάσισε ότι καταπολεμώντας τον είχε χρέος και να αναζητήσει τις ρίζες της στην αυτόχθονη ιστορία και γλώσσα...Ο Jacob Philipp Fallmerayer... με τους ισχυρισμούς του για το αίμα που ρέει ή δεν ρέει στις φλέβες των Ελλήνων συνετέλεσε στην αυτοσυνειδησία των Ελλήνων και του νέου τους κράτους πολύ περισσότερο από ολόκληρη τη φιλελληνική κίνηση της κεντρικής Ευρώπης» ( Hans Eideneier: Έλληνες και Φιλέλληνες, στο συλλογικό τόμο «Έλληνες και Γερμανία», Württembergisches Landesmuseum Stuttgart, Hessisches Landesmuseum Darmstadt 1982, σελ. 72).

Ακολουθεί η εργασία των αρχαιολόγων Κωνσταντίνου Ράπτη-Ιωάννη Αρναούτη (Ο μεταβυζαντινός ναός του Αγίου Αθανασίου στο Αιγίνιο Πιερίας και οι εργασίες στερέωσης και αποκατάστασης του μνημείου) με πλούσια εικονογράφηση και κατόπιν, ένα ιστορικό περίγραμμα, πλούσια υπομνηματισμένο, του Ιωάννη Μοσχόπουλου που εκκινεί από την αρχαιότητα και φτάνει μέχρι την απελευθέρωση (Λιμπάνοβο [σημερινό Αιγίνιο]. Ένα ρουμλουκιώτικο χωριό στην Πιερία. Ιστορικό περίγραμμα από την αρχαιότητα έως το 1912).

ΑΠΟ ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΣΤΟ ΕΙΔΙΚΟ: Η ΑΝΑΔΥΣΗ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ

Ορθά, ο επιμελητής του τομιδίου Γιώργος Γκαϊταντζής, συνέδεσε σε μία άτυπη ενότητα (σσ. 102-150, δηλαδή το ένα τρίτο των σελίδων) τις πέντε εργασίες που ακολουθούν εκ των οποίων οι τρεις είναι μελέτες και οι δύο τρισέλιδες παρεμβάσεις. Η πρώτη μελέτη, του ιστορικού της Πιερίας Γιάννη Καζταρίδη, εξετάζει την πληθυσμιακή και διοικητική εξέλιξη του Αιγινίου (οικισμού ήδη από το 1530) από το 1870 μέχρι την τελευταία απογραφή του 2011, προσφέροντάς μας παράλληλα κάποια στοιχεία από την εκλογική ιστορία των πολιτικών αναμετρήσεων στο δεύτερο μισό του  20ού αιώνα (1958-1974).

Η δεύτερη εργασία (Γιώργος Γκαϊταντζής, Από τον Σκόπελο της Ανατολικής Θράκης στο Λιμπάνοβο) μελετά την πληθυσμιακή έκρηξη του Αιγινίου και την ταυτίζει με την εγκατάσταση των προσφύγων από την Ανατολική Θράκη, κυρίως από τα χωριά Σκόπελος (από το οποίο έλκει την καταγωγή του και ο ίδιος) των Σαράντα Εκκλησιών, το Καβακλί και Ακ Μπουνάρ της Ανατολικής Ρωμυλίας. Στηρίζει τα επιχειρήματά του τόσο στη γενική βιβλιογραφία του βόρειου ελληνισμού (Κ. Βακαλόπουλος, Κυριακή Μαμώνη) όσο και στην πιο ειδική (π.χ. Π. Αλμπανούδης, για το ιδίωμα της βόρειας Θράκης). Ταυτόχρονα—και αυτό είναι μια σπουδαία συνεισφορά στον παρόντα τόμο—ο συγγραφέας αξιοποιεί και τους πληροφορητές, συνομιλεί δηλαδή με τους ντόπιους και καταγράφει μνήμες, προφορικές αφηγήσεις και μαρτυρίες ενισχύοντας έτσι τη  γενικότερη επιστημονική τεκμηρίωση των λεγομένων του, όπως η σύγχρονη μεθοδολογία απαιτεί. Νόστιμες εδώ είναι και κάποιες μικρές εικόνες από την ιστορική περιήγηση: «Στις 24 Μαίου 1917 έγινε ο πρώτος μικτός γάμος μεταξύ ντόπιου και σκοπελινής. Ο Παντελής Σφηντσιώτης παντρεύτηκε τη Μαρία Βασιλειάδου στην εκκλησία της Παναγίας. Το μυστήριο τέλεσε ο παπα-Δημήτρης Νιζαμόπουλος» (σ. 123).

Στην τρίτη εργασία, ο Αναστάσιος Ανδρικόπουλος (Η εκπαίδευση στο Αιγίνιο. Η περίπτωση του 2ου Δημοτικού Σχολείου Αιγινίου 1949-1967) επικεντρώνεται στη μελέτη ενός δημοτικού σχολείου, του 2ου Δημοτικού Σχολείου, το οποίο αποτελεί και συνέχεια του πρωτοιδρυθέντος τριτάξιου και το οποίο συντηρείται και επιβιώνει χάρη στις φιλότιμες προσπάθειες τόσο των κατοίκων του όσο και του διδακτικού προσωπικού. Η εργασία αναφέρεται διεξοδικά στα κτίρια στέγασης, στην προσφυγική εγκατάσταση, παρέχοντας αρκετά τεκμήρια από τη δράση του (πιστοποιητικά, συνεδριάσεις του συλλόγου, αριθμός εγγεγραμμένων μαθητών, συστάσεις επιθεωρητών κλπ).

Τέλος η τρισέλιδη παρέμβαση των Κωνσταντίνου Κυράνου-Νικόλαου Παυλόπουλου (Η ζωή στο Αιγίνιο του 20ού αιώνα μέσα από μαρτυρίες Αιγινιωτών) έχει ενδιαφέρον διότι καταγράφει μέσα από συνεντεύξεις μεγαλύτερων τη ζωή στο Αιγίνιο, ταξινομημένη σε πέντε ενότητες (καθημερινή ζωή, καρναβάλι, εμποροπανήγυρη, οικιστικός κορμός και εκπαίδευση). Η παρέμβαση του Άγγελου Αγγελίδη, επίσης τρισέλιδη, ενδιαφέρει τον ερευνητή της περιοχής αλλά και της Πιερίας εφόσον ανακοινώνει την έκδοση δύο τόμων με λεξικογραφικό περιεχόμενο (Προσωπικά ακούσματα… όμορφες εμπειρίες) ενώ αναμένεται και η έκδοση ενός ομόθεμου τρίτου.

Οι συγγραφείς αξιοποιούν πλευρές της ιστορίας, της λεγόμενης μικροϊστορίας. Τέτοιες πλευρές είναι η  καθημερινή ζωή, οι μνήμες, η γειτονιά, οι συνοικισμοί, τα τοπία, ο ελεύθερος χρόνος, οι προφορικές μαρτυρίες, τα επαγγέλματα, η καθημερινή ζωή, οι εικόνες και τα βιώματα των ανθρώπων της πόλης ή της κοινότητας. Αυτά τα στοιχεία κατά κανόνα βρίσκονται διάσπαρτα και ανοργάνωτα—πολλές φορές παραμελημένα και άγνωστα. Και είναι αυτά ακριβώς τα  στοιχεία στην ανάδειξη των οποίων συνέβαλε ουσιαστικά η νέα αντίληψη για την τοπική ιστορία και την ενασχόληση με αυτήν: ο τοπικός ιστορικός δεν είναι πια ο γραφικός «ιστορικός της Κυριακής», ο ιστοριοδίφης ή ο λόγιος που ασχολείται στον ελεύθερο χρόνο του με τη συγγραφή τοπικού ενδιαφέροντος συμβάντων, περιθωριακών ή παρωχημένων κατά κανόνα συμβάντων τα οποία ανάγονται στον επίπεδο του ύψιστου. Το αντίθετο μάλιστα. Η ανανέωση των ιστορικών σπουδών, η αλλαγή στον προσανατολισμό της ιστορικής επιστήμης επιτρέπουν την ανάδειξη του «περιφερειακού» ως στοιχείου όχι οπισθοδρόμησης αλλά προόδου, ως στοιχείο όχι στενόκαρδης και τοπικιστικής λατρείας του λαμπρού κάποτε παρελθόντος αλλά ως στοιχείο νέων ανακαλύψεων, νέων ερμηνειών, ριζικά ανανεωμένων και με ισχυρά ερείσματα στην κουλτούρα και στην ποιότητα της περιφέρειας. Πότε εντοπίζεται ιστορικά η αλλαγή αυτή; Ήδη, το μικρό, το καθημερινό, το ατομικό, το ανθρώπινο κάνουν δυναμική τους εμφάνιση εντός της ακαδημαϊκής ιστορίας και συμβάλλουν, από τη δεκαετία του 1970, στη νέα φυσιογνωμία των ιστορικών σπουδών.

Το Αιγίνιο και οι ανοιχτόμυαλοι άνθρωποί του πολλά θα είχαν να ωφεληθούν από μια αντίστοιχη θεώρηση. Δεν είναι τυχαίο ότι ήδη στη δεκαετία του 1970 ξεκινά και στην Πιερία η έκδοση βιβλίων και φυλλαδίων με λαογραφικό (κυρίως) και ιστορικό περιεχόμενο εμπλουτίζοντας τη γνώση μας για πτυχές της τοπικής ιστορίας. Κατά τη δεκαετία του 1990 και εξής η παραγωγή αυξάνεται εντυπωσιακά όπως αυτό αποτυπώνεται στις μονογραφίες μεμονωμένων ερευνητών αλλά κυρίως στους τέσσερις μέχρι σήμερα τόμους που εξέδωσε η ΕΠΜ και έναν ο Δήμος Κατερίνης.

ΤΟ ΑΙΓΙΝΟ ΤΩΝ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ

Γράφει στην ωραία του εργασία (αδημοσίευτη ακόμη) ο ιστορικός του ΑΠΘ Στράτος Δορδανάς (Εγκατάσταση και συλλογική οργάνωση των προσφύγων στο νομό Πιερίας μέσα από τα καταστατικά των σωματείων τους, 1914-1940): «Η αλματώδης αύξηση του δείκτη πληθυσμιακής εισροής, αλλά και εκροής, μπορεί να αποτυπωθεί μέσα από τη μελέτη των δελτίων της Επιτροπής Εγκατάστασης Προσφύγων, όπου καταγράφονταν σε καθημερινή βάση οι αυξομειώσεις που προέκυπταν στη Μακεδονία από τις αφίξεις και αναχωρήσεις ανθρώπων, ως αποτέλεσμα των υπογραφέντων συμβάσεων περί της ανταλλαγής των πληθυσμών. Μόνο μέσα σε έναν μήνα, μεταξύ Ιουλίου-Αυγούστου 1914, η έλευση προσφύγων από τη Θράκη και τη Μικρά Ασία υπερδιπλασιάστηκε και από 2.466 ο αριθμός εκτοξεύτηκε στα 5.226 άτομα.

Στους ήδη αφιχθέντες πρόσφυγες ήρθαν να προστεθούν λίγα χρόνια αργότερα αυτοί της Μικρασιατικής Καταστροφής, μετά την έξοδο σχεδόν ενάμιση εκατομμυρίου ατόμων από τη γενέθλια γη τους. Στους πρόσφυγες του 1922 θα πρέπει επίσης να συνυπολογιστούν χιλιάδες άλλοι από τον Πόντο, τον Καύκασο, την Ανατολική Θράκη και τη Βουλγαρία. Σύμφωνα με την απογραφή των προσφύγων που διενεργήθηκε τον Απρίλιο του 1923, στην Υποδιοίκηση Κατερίνης κατέφυγαν 3.514 άτομα εκ των οποίων οι 1.718 άντρες και οι 1.796 γυναίκες. Ειδικότερα για την πόλη της Κατερίνης καταγράφηκε μια αλματώδης αύξηση του πληθυσμού που μέσα σε μια δεκαετία σχεδόν διπλασιάστηκε: Από 6.540 το 1920 ανέβηκε στο 10.138 το 1928 για να φτάσει δώδεκα χρόνια αργότερα στους 16.938 κατοίκους.

Φυσικά τα παραπάνω συγκεντρωτικά στοιχεία για τις προσφυγικές εγκαταστάσεις στο νομό Πιερίας είναι ελλιπή, καθώς η πρώτη και τελευταία απογραφή των προσφύγων δεν περιέλαβε την ολοκλήρωση της υποχρεωτικής ανταλλαγής των πληθυσμών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας».

[…] Το 1928, το Εποικιστικό Γραφείο Πιερίας της Επιτροπής Αποκατάστασης Προσφύγων κατέγραψε δέκα αμιγείς προσφυγικούς οικισμούς, μεταξύ αυτών ο Κούκος, η Γανόχωρα, η Σεβαστή, το Στουπί, ο Τρίλοφος, η Μεθώνη, η Περίστασις, ο Πλαταμώνας, όπου είχαν εγκατασταθεί 1.233 οικογένειες και συνολικά 4.798 άτομα. Αντιστοίχως, οι μικτοί προσφυγικοί οικισμοί ανέρχονταν σε δέκα πέντε, όπως ήταν το Αιγίνιο, το Σφενδάμι, η Βρωμερή, ο Καταχάς, η Κατερίνη, το Κίτρος, το Λιτόχωρο, η Κουντουριώτισσα, όπου είχαν εγκατασταθεί 1.972 οικογένειες και 7.725 άτομα.

Συνήθως οι προσφυγικές ενώσεις αφορούσαν όλους τους πρόσφυγες (π.χ. Ένωσις Ποντίων στην Κατερίνη). Αντίθετα, στο καταστατικό του Συλλόγου των εκ Καβακλή της Βουλγαρίας Προσφύγων «Η Ένωσις» και εγκαταστημένοι στο Αιγίνιο (Λιμπάνοβον) τονιζόταν ρητώς πως μέλη του μπορούσαν να εγγραφούν μόνο όσοι κατάγονταν από το Καβακλή και είχαν καταφύγει πρόσφυγες στο Αιγίνιο. Στη συγκεκριμένη περίπτωση η έννοια της ένωσης αφορούσε ειδικότερα τους Καβακλιώτες του Αιγινίου και γενικότερα τους πρόσφυγες από τη Βουλγαρία σε πανελλαδικό επίπεδο. Το δεύτερο άρθρο του καταστατικού επεξηγούσε πως σκοπός του Συλλόγου «είναι η διατήρησις και η σύσφυξις των παλαιών δεσμών, η στενωτέρα επαφή και επικοινωνία των μελών και ειδικώς η αλληλοβοήθεια δια την όσον το δυνατόν ευπροσωποτέραν αποκατάστασιν των τε συνεπαρχιωτών των και λοιπών εκ Βουλγαρίας Προσφύγων». Για να εξειδικεύσει παρακάτω πως ο Σύλλογος «δικαιούται εν συνεννοήσει μετ’ άλλων οργανώσεων των εκ Βουλγαρίας προσφύγων και τη αποφάσει της Γενικής Συνελεύσεως των μελών του να πρωτοστατήση δια την σύστασιν Ομοσπονδίας των εκ Βορείου Θράκης (Βουλγαρίας) προσφύγων ή να προσχωρήση εις τυχόν υπάρχουσαν τοιαύτην». (ΙΑΜ, Αρχείο Πρωτοδικείου, Δικ. 1.10/1444: Καταστατικόν του εν Αιγινίω (Λιμπανόβω) Συλλόγου των εκ Καβακλή της Βουλγαρίας Προσφύγων «Η Ένωσις» και Πρακτικόν, Αιγίνιο, 26 Απριλίου 1927 κ.α.)

Η ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΑΙΓΙΝΙΩΤΩΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ

(1974-2016)

Για τους Θρακιώτες πρόσφυγες της Πιερίας μια πρώτη σειρά αφηγήσεων έχουμε από τον Ορέστη Αυλίδη, συγγραφέα και άλλων δύο καλογραμμένων τομιδίων με αφηγήσεις και διηγήματα, ο οποίος το 1974 κυκλοφόρησε το βιβλίο «Καβακλιώτικα (Αιγίνιο 1974). Το βιβλίο είναι αφιερωμένο «Στην Επιτροπή αποκαταστάσεως προσφύγων Καβακλιωτών Αιγινίου». Ωστόσο, εδώ και λίγο καιρό, διαθέτουμε πλέον ένα βιβλίο με αφηγήσεις των θρακιωτών που εγκαταστάθηκαν στην Πιερία (Θανάσης Μισιτσάκης-Νίκος Ντουλαπτσής, «Μνήμες από τη Θράκη», Κατερίνη 2013). Το σπουδαίο του εγχειρήματος  βρίσκεται στην καταγραφή των αφηγήσεων των πληροφορητών/ιστορητών, πολλοί από τους οποίους δεν βρίσκονται σήμερα στη ζωή αφού είναι γεννημένοι στο τέλος του 19ου ή στο πρώτο τέταρτο του 20ού αιώνα (ο επιμελητής του βιβλίου Θ. Μισιτσάκης ετοιμάζει και μια δεύτερη εμπλουτισμένη έκδοση με σαράντα ακόμη αφηγήσεις).

Ο τόμος αποτελεί χρήσιμο εργαλείο για την μικροϊστορία της πόλης εφόσον στις  σελίδες του παρελαύνουν εκατόν ένας προφορικοί αφηγητές περιγράφοντας τα στοιχειώδη του βίου τους: τόπος γέννησης, οικογενειακή κατάσταση, οικονομική κατάσταση, περιπέτειες εγκατάστασης, τρόπος ζωής στην θρακική πατρίδα, ψυχαγωγία και καθημερινός μικρόκοσμος (καφενεία, μαγαζιά, ποικίλες μνήμες). Ο κατάλογος των ονομάτων στα χωριά της Πιερίας (Πύδνα, Περίσταση, Κορινός, Αιγίνιο, Κίτρος) και στην Κατερίνη βοηθά τον αναγνώστη να αναγνωρίσει τις ρίζες και τον αριθμό των προσφύγων στα μέρη μας. Ιδιαίτερα σημαντικές αποδεικνύονται οι προφορικές συνεντεύξεις των θρακιωτών της Κατερίνης σε ζητήματα που έχουν σχέση με τα προβλήματα της εγκατάστασης και τις (αρνητικές) μνήμες από την αντιμετώπιση των ντόπιων της πόλης. Ας μην ξεχνάμε επίσης πως οι θρακιώτες είναι οι πρώτοι πρόσφυγες του 20ού αιώνα στην Πιερία (το πρώτο κύμα το 1912-1914 και το δεύτερο μετά την καταστροφή του 1922).

Παράλληλα, στους αιγινιώτες συγγραφείς διακρίνουμε ένα ενδιαφέρον για τα κοινά, την τοπική αυτοδιοίκηση (τέσσερις τίτλοι από τον Τάσο Τερζή), ποιητικές και εν γένει λογοτεχνικές προσπάθειες (Ορέστης Αυλίδης, Θεοδώρα Μηνούδη, Πασχάλης Μηντσίδης, Άγγελος Αγγελίδης) καθώς και την πολιτισμική συμπεριφορά (χορός) και τη γλώσσα (Ιωάννης Πραντσίδης, Άγγελος Αγγελίδης)

1. Ορέστης Αυλίδης, Καβακλιώτικα, Αιγίνιο 1974. Σχήμα 15Χ22 εκ., σ. 128. Αφηγήσεις. Στη σ. 4: «Στην Επιτροπή αποκαταστάσεως προσφύγων Καβακλιωτών Αιγινίου». Στις σ. 5-6 πρόλογος του Νίκου Τερζή «καθηγητή φιλολογίας». Στη σ. 7 πληροφοριακό σημείωμα του συγγραφέα. Τυπώθηκε στη Θεσσαλονίκη.

2. Τάσου Τερζή, Κείμενα. Για την Τοπική Αυτοδιοίκηση, την Ε.Ο.Κ. και την περιφερειακή ανάπτυξη, Εκδόσεις «Ενημέρωση». Σχήμα 17Χ24 εκ., σσ. 40. Φυλλάδιο. Άρθρα. Στο εσώφυλλο η ένδειξη: «Οκτώβρης 1986». Χωρίς τόπο έκδοσης. Σε τρία μέρη (Εισηγήσεις, Αρθρογραφία και Διαλέξεις). Στη σ. 1 εισαγωγικό κείμενο του εκδότη. Στο οπισθόφυλλο φωτογραφία και εργοβιογραφικό σημείωμα του συγγραφέα.

3. Ιωάννα Α. Τερζή, Ήταν τότε που…, Εκδόσεις
Ενημέρωση, Αθήνα 1992. σσ. 172. Τυπώθηκε και σελιδοποιήθηκε στην Κατερίνη. Στη σ. 4 κείμενο σχετικά με το περιεχόμενο του βιβλίου: «Γράφω αυτά που είδα και ένιωσα στη διάρκεια της κατάληψης. Με απλά λόγια όπως τα νοιώθω. Δεν μετάνιωσα για ό,τι έκνα και ούτε πρόκειται να συμβεί κάτι τέτοιο. Γιατί όταν φτάσεις σε αδιέξοδο λίγες είναι οι επιλογές σου. Σήμερα ένα χρόνο μετά, οι μαθητές ζουν ακόμα τις στιγμές εκείνες. Δεν μπορούν και δεν θέλουν να ξεχάσουν. Αφιερωμένο σε όδους πραγματικά αγωνίστηκαν για μια καλύτερη, αναβαθμισμένη παιδεία».

4. Ιωάννη Πραντσίδη, Ο παραδοσιακός χορός στις κοινότητες των Ακμπουναριωτών στο Γκενεράλ Ίντσοβο Βουλγαρίας και στο Αιγίνιο Πιερίας. Συγκριτική λαογραφική προσέγγιση, Πανεπιστήμιο Αθηνών, Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης, 1995. Σκοπός της εργασίας αυτής είναι η μελέτη της χορευτικής παράδοσης των κατοίκων του Ακ-μπουνάρ της Βόρειας Θράκης. Εξετάζονται: (α) η μορφή και το περιεχόμενο του παραδοσιακού χορού έως το 1924, (β) ο διαχωρισμός του χωριού σε δυο κοινότητες, ήτοι στο Γκενεράλ Ίντζοβο της Β.  Θράκης (Βουλγαρίας) και σε συνοικισμό στο Αιγίνιο Πιερίας, (γ) οι μεταλλαγές που υπέστη το χορευτικό φαινόμενο με το διαχωρισμό και (δ) οι παράγοντες που επέδρασαν στις αλλαγές αυτές. Η μελέτη βασίζεται: (α) σε βιβλιογραφικά και αρχειακά στοιχεία και (β) σε δεδομένα που συγκεντρώθηκαν από επιτόπια έρευνα στις δυο κοινότητες. Έγιναν συνεντεύξεις με τη χρήση ερωτηματολογίων, συμμετοχή σε χορευτικές περιστάσεις, συστηματική παρατήρηση (βιντεοσκόπηση και φωτογράφηση) και καταγραφή των χορευτικών γεγονότων. Τα δεδομένα αναφέρονται στην ιστορία, την κοινωνική οργάνωση και την πολιτιστική ανάπτυξη με βάση τη χορευτική παράδοση. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι υπάρχουν κοινά χαρακτηριστικά μεταξύ των δυο κοινοτήτων στην τελετή του γάμου και στην μουσικοχορευτική παράδοση. Το συμπέρασμα είναι ότι, παρά τις σημαντικές καθεστωτικές, πολιτικές και πολιτειακές μεταλλαγές, η μουσικοχορευτική παράδοση διατηρεί ορισμένα χαρακτηριστικά και κυρίως ως προς τα δρώμενα του γάμου.

5. Ορέστης Αυλίδης, ...και τελειώνοντας αναφωνώ Ζήτω η Ελλάς, Αιγίνιο 1996. Σχήμα 14Χ20,5 εκ., σ. 128. Διηγήματα. Στη σ. 5: «Αφιερώνεται στον αδελφό μου Χρήστο». Στις σ. 7-9 πρόλογος του συγγραφέα. Η συλλογή περιλαμβάνει 8 διηγήματα. Την επιμέλεια της έκδοσης είχε ο Κυριάκος Μαλλίνης, το σχέδιο του εξωφύλλου ανήκει στην Λαμπρινή Παπάζογλου. Τυπώθηκε σε 600 αντίτυπα στη Θεσσαλονίκη («στο λιθογραφείο του  Αθ. Αλτιντζή και βιβλιοδετήθηκε από τον Γιώργο Δεληδημητρίου τον Ιούλιο του 1996»).

6. Θεοδώρα Σπ. Μηνούδη, Της Ενώσεως Ελλήνων Λογοτεχνών, Αν μπορούσα. Ποίηση, Αθήνα 1997. Σχήμα 17Χ24 εκ., σ. 74. Στη σ. 5: «Στον μικρό μου Δημήτριο». Στη σ. 7 βιογραφικό σημείωμα: « [...] είναι εγγονός του Μακεδονομάχου Γκαίτε Τζοβαρόπουλου. Γεννήθηκε στο Αιγίνιο Πιερίας.

7. Θεοδώρα Σπ. Μηνούδη, Της Ενώσεως Ελλήνων Λογοτεχνών, Ψηλαφώντας το παρελθόν, Εκδόσεις Θωμά Κώτσια, Αθήνα 2000. Σχήμα 14Χ21 εκ., σ. 252. Μυθιστόρημα. (Το πρωτοεντόπισα στο βιβλίο των Γ. Τζανή-Π. Μπέσπαρη Η λογοτεχνική δημιουργία της βόρειας Ελλάδας (1875-2007), Μικρή Φιλολογική Μπίμπης, Θεσσαλονίκη 2007, σ. 370).  [...]». Στις σ. 55-73 παρατίθενται «Κριτικές Βιβλίου-Επιστολές».

8. Πασχάλης Μηντσίδης, Πρωτότυπα παραδοσιακά ποιήματα, Ιδιωτική έκδοση,  Κατερίνη 2000. Σχήμα 17Χ24 εκ., σ.                 62. Στη σ. 1-2  (σ. 3-4) βιογραφικό του συγγραφέα. Τα πρώτα τέσσερα ποιήματα σε γλώσσα κοινή, τα υπόλοιπα ακολουθούν το ιδίωμα της περιοχής («γράφω στην παραδοσιακή Καβακλιώτικη διάλεκτο των συγχωριανών μου»).

9. Αναστάσιου Πασχ. Τερζή. Πρώην Δημάρχου Αιγινίου, Όραμα, θέσεις, ελπίδα για ένα καλύτερο αύριο, Αιγίνιο 2003. σσ.191. Κείμενα (άρθρα και εισηγήσεις) του Τάσου Τερζή κατανεμημένα σε έξι ενότητες: Τοπική αυτοδιοίκηση, ΕΟΚ-ΜΟΠ, Αρθρογραφία, Ομιλίες κατά τον εορτασμό εθνικών επετείων, Επέτειοι μνημοσύνων, Προσφυγή.

10. Θεοδώρα Σπ. Μηνούδη, Ο ήχος της σιωπής, Ιατρικές εκδόσεις Π. Χ. Πασχαλίδης, Αθήνα 2007. σ. 86. Ποίηση. (Πληροφορία: biblionet.gr).

11. Ορέστης Αυλίδης, Περπατώντας και σκοντάφτοντας, Αιγίνιο 2006. Σχήμα 17Χ24 εκ., σ. 241. Αφηγήματα. Στη σ. 5: «Το βιβλίο αυτό αφιερώνεται στις αγαπημένες μου ανηψιές Αγγελική και Τζένη». Στη σ. 7 κείμενο της Αγγελικής Μαυροπούλου-Τασιούλα με τίτλο «Ο Θείος μου ο Ορέστης ο Αυλίδης». Στις σ. 9-11 προλογικό σημείωμα του Χρήστου Πρασκίδη (τα 50 κείμενα του τόμου γράφτηκαν σε διάστημα εννέα ετών στην εφημερίδα Αιγινιώτικος Τύπος). Την επιμέλεια της έκδοσης είχε η Εύα Αυλίδου και την έκδοση επιμελήθηκε ο Δημήτρης Αυλίδης.

12. Άγγελος Αγγελίδης, Ανθρώπινα. Ποίηση. Αιγίνιο 2012.

13. Άγγελος Αγγελίδης, Υποχρέωση τιμής. Ποίηση. Αιγίνιο 2014.

14. Αναστάσιου Πασχ. Τερζή (επιμέλεια), Κοινότητα Αιγινίου. Η τοπική αυτοδιοίκηση στην περίοδο της εθνικής αντίστασης από 4.11.1944 έως 16.3.1945, Ίδρυμα Πασχάλη και Ιωάννας Τερζή. Ιστορικό Μουσείο Αιγινίου, Αιγίνιο 2014. σσ. 68. Στο οπισθόφυλλο η ένδειξη: «Στη μνήμη των αδικοχαμένων συμπολιτών μας της περιόδου 1940-1950».

15. Αναστάσιου Π. Τερζή, Ελλάδα και ευρωπαϊκή οικονομική κοινότητα, Ίδρυμα Πασχάλη και Ιωάννας Τερζή. Ιστορικό Μουσείο Αιγινίου, Αιγίνιο 2015. σσ. 79. Στις σσ. 5-6 πρόλογος του Δημάρχου Πύδνας-Κολυνδρού Ευάγγελου Λαγδάρη.

16. Άγγελος Αγγελίδης, Προσωπικά ακούσματα, όμορφες εμπειρίες, α΄τόμος (α-μ), Κατερίνη 2016.

 17. Άγγελος Αγγελίδης, Προσωπικά ακούσματα, όμορφες εμπειρίες, β΄ τόμος (ν-σ),  Κατερίνη 2016.

ΕΠΙΛΟΓΙΚΑ

«H τοπική ιστορία, αντίθετα με τη γενική, στηρίζεται σε ίχνη ορατά και ανιχνεύσιμα, οικεία και γνωστά στους κατοίκους της περιοχής, για τα οποία δηλαδή κάποιοι από τους κατοίκους αυτούς μπορούν να μαρτυρήσουν, να τα επιβεβαιώσουν ή να διαψεύσουν. Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο είναι αυτονόητη η παιδευτική διάσταση της τοπικής ιστορίας και σχεδόν αυτονόητη η ωφέλεια από τη μελέτη της, αφού συμβάλλει στην αυτογνωσία και στην ενίσχυση των δεσμών των κατοίκων με τον τόπο τους. Με άλλα λόγια η μελέτη της τοπικής ιστορίας δίνει τη δυνατότητα στους κατοίκους ενός τόπου στο ερώτημα: ποιος είμαι και από πού ήρθα, να απαντούν: είμαι αυτός, διότι ήρθα από εκεί» (Νίκος Δ. Βαρμάζης, Πρόσωπα και θέματα της Κατερίνης και της Πιερίας από τα μέσα του 18ου αιώνα ως τα μέσα του 20ού,  Εκδόσεις Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 2017, σ. 12-13).

Το 1ο συνέδριο τοπικής ιστορίας και πολιτισμού με θέμα του το Αιγίνιο μπορεί να περηφανεύεται πως τα κατάφερε: δίνει απαντήσεις, προτείνει ερμηνείες, καταθέτει τεκμήρια για την ιστορία των Αιγινιωτών, ενισχύει τους δεσμούς των κατοίκων με το παρελθόν τους, επιτελώντας έναν αληθινά παιδευτικό άθλο. Θερμά συγχαρητήρια σε όλους και όλες—πρωτίστως βεβαίως στον φιλόμουσο σύλλογό τους, τη Δήμητρα.

[Το πλήρες κείμενο της παρέμβασής μου κατά την παρουσίαση του βιβλίου που έγινε στο Αιγίνιο (26.11.2017). Τον Γιώργο Γκαϊταντζή και τον μορφωτικό σύλλογο «Η Δήμητρα» ευχαριστώ και από τη θέση αυτή. Ευχαριστώ επίσης και τον συλλέκτη, διευθυντή της Ευωνύμου Οικολογικής Βιβλιοθήκης Σάκη Κουρουζίδη για την εικονογράφηση της εισήγησης].

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ

Image
Image

ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ