Η πρόσφατη προσχεδιασμένη ρατσιστική, εθνικιστική επίθεση ακροδεξιών εναντίον του Γιάννη Μπουτάρη καθώς και η υποστήριξη της επίθεσης από κάποιους («αυτή είναι η μοίρα των προδοτών» έγραψε ο νεοδημοκράτης δήμαρχος του Άργους Απ. Καμπόσος, «διαφωνούμε με την επίθεση αλλά τα ήθελε ο πισινός του» διαβάζω στην ιστοσελίδα iskra σε άρθρο του Κ. Κυριακόπουλου) ήταν το θέμα των ημερών. Ο Τριαντάφυλλος Μηταφίδης από την άλλη δίνει τη δική του εξήγηση: «Ήταν και επίθεση εναντίον του ίδιου του θεσμού του δημάρχου.
Επί των ημερών του Γ. Μπουτάρη, με σύμπραξη των δυνάμεων της Αριστεράς τόσο στο δημοτικό συμβούλιο όσο και στην πόλη, έχουν γίνει σημαντικά βήματα ώστε η Θεσσαλονίκη να αναδείξει τις κοσμοπολίτικες ρίζες της και να πάψει να συμπεριφέρεται σαν «σκαντζόχοιρος» απέναντι στους διαφορετικούς, αλλά και προς τους γείτονές μας, όπως η ΠΓΔΜ. Σημαντικά βήματα είναι επίσης η ανάδειξη του εβραϊκού παρελθόντος της πόλης και του Ολοκαυτώματος, η απαλλαγή δρόμων της πόλης από τα κατοχικά φαντάσματα, ο επίσημος εορτασμός της απελευθέρωσής της από τους ναζί, η δημιουργία του χώρου μνήμης για την αντιδικτατορική Αντίσταση στο Πολεμικό Μουσείο Θεσσαλονίκης -πρώην ανακριτικό κολαστήριο της ΚΥΠ».
Στο ζήτημα ωστόσο της ίδιας της εκδήλωσης και στο περιεχόμενό της δεν στάθηκε σχεδόν κανείς. Από την άποψη αυτή το κείμενο του Βλάση Αγτζίδη που αναδημοσιεύουμε εδώ από την εφ. Εποχή (φ. 27.5.2018) μιλάει για κάποια βασικά ζητήματα που συνδέουν το ποντιακό κίνημα και τις ευθύνες που αυτό έχει, με το πώς βλέπει η αριστερά την υπόθεση της γενοκτονίας καθώς και με την ακροδεξιά, εθνικιστική ρητορική.
Αντώνης Κάλφας
Του Βλάση Αγτζίδη*
Η επίθεση λίγων φανατικών στο δήμαρχο της πόλης, που θεσμικά παρευρέθη στην εκδήλωση για τη Γενοκτονία -τιμώντας παράλληλα το περιεχόμενό της- δημιούργησε πολλά και μεγάλα προβλήματα. Υποβαθμίστηκε μια εξαιρετική εκδήλωση που είχε ως κεντρικό ομιλητή τον Tamer Tsilingir, έναν τούρκο πολίτη ποντιακής καταγωγής, που λόγω των αριστερών του φρονημάτων και της πολιτικής του δράσης είχε καταδικαστεί σε ισόβια, και μετά από 10 χρόνια στις τουρκικές φυλακές κατάφερε να δραπετεύσει και να ζήσει τελικά στην Ελβετία.
Αντί, λοιπόν, την επαύριο ο ελληνικός Τύπος και τα Μέσα να ασχοληθούν με την ιστορική ομιλία του Tsilingir, ασχολούνται -και δικαίως- με την τραμπούκικη επίθεση που δέχτηκε ο Γιάννης Μπουτάρης μέσα στην ποντιακή εκδήλωση.
Η ευθύνη της Αριστεράς
Η Αριστερά δυστυχώς έχει αδιαφορήσει ολοκληρωτικά για τα ζητήματα που έθεσαν από τα μέσα της δεκαετίας του ‘80 οι πρόσφυγες του 1922 και οι απόγονοί τους. Επέλεξαν την αδιαφορία, την άρνηση, την προσπάθεια γελοιοποίησης και συκοφάντησης του προσφυγικού κινήματος. Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι η αυτοδιοικητική ομάδα του Μπουτάρη τον άφησε μόνο σε μια εκδήλωση εξαιρετική –με ομιλητή τον επαναστάτη κομμουνιστή Tamer Tsiligir.
Πού ήταν η Αριστερά της πόλης; Σε μια εκδήλωση για τη Γενοκτονία! Δηλαδή σε μια εκδήλωση για ένα πληθυσμό που υπέστη ακραία βία από μια εξουσία (τη Νεοτουρκική) που επέλεξε να επιλύσει τα «εθνικά ζητήματα» με την εξόντωση των μειονοτικών πληθυσμών.
Η Αριστερά απουσίαζε κραυγαλέα, γιατί από χρόνια έχει περιφρονήσει την προσφυγική μνήμη και την έχει εγκαταλείψει στο έλεος του οποιουδήποτε εθνολαϊκιστή. Και ακριβώς γι’ αυτούς τους λόγους, εξαιτίας αυτής της απουσίας, μια ομάδα τραμπούκων που βρισκόταν στον αντίποδα του εισηγητή, αλλά και των διοργανωτών, διέπραξε το έγκλημα του προπηλακισμού του Γ. Μπουτάρη.
Σ’ αυτό το πλαίσιο απουσίας της Αριστεράς και της παράλληλης έλλειψης παντελούς ευαισθησίας για την προσφυγική, αναπόφευκτα ο εθνολαϊκισμός και η μαυρίλα επιχείρησαν και επιχειρούν να καλύψουν το κενό… Και εδώ είναι η πραγματική ευθύνη της Αριστεράς. Γιατί όσο και να προσπαθούμε να σταματήσουμε την ακροδεξιά καπηλεία, ο αγώνας μας θα είναι μάταιος, γιατί όλοι οι υπόλοιποι αντιφασίστες είναι απόντες, αρνητές και αδιάφοροι.
Η ευθύνη των ποντιακών φορέων
Είναι γνωστό εδώ και χρόνια ότι η ανομική ακροδεξιά προσπαθεί να εκμεταλλευτεί και να χρησιμοποιήσει τη σύγχρονη προσφυγική μνήμη. Το 2015 μια ομάδα χρυσαυγιτών που συμμετείχε στην εκδήλωση στο Σύνταγμα, επιτέθηκε και τραυμάτισε τον Γιώργο Κουμουτσάκο, βουλευτή της ΝΔ και εκπρόσωπό της. Τότε η ΠΟΕ έλαβε μια γενναία απόφαση απαγόρευσης συμμετοχής χρυσαυγιτών στις εκδηλώσεις για τη Γενοκτονία. Όμως η εμπειρία του 2015 και τα βίαια γεγονότα δεν φαίνεται ότι απασχόλησαν τους διοργανωτές της φετινής εκδήλωσης. Καμιά περιφρούρηση δεν εξασφάλισε την απρόσκοπτη ολοκλήρωση της φετινής εκδήλωσης, με αποτέλεσμα όταν λίγοι φανατικοί πήραν το «νόμο στα χέρια τους» και επιτέθηκαν στον 75χρονο δήμαρχο της πόλης, κανείς από τους διοργανωτές δεν ήταν εκεί για να τον προστατεύσει -πλην ίσως μερικούς γενναίους εθελοντές.
Αυτό που πρέπει άμεσα να κάνουν οι τρεις ποντιακές ομοσπονδίες -που είχαν την αντικειμενική ευθύνη για τα όσα θα συνέβαιναν στην εκδήλωση και περί αυτήν- είναι η διοργάνωση μιας ανοιχτής αντιφασιστικής εκδήλωσης μαζί με άλλους φορείς της πόλης που αρνούνται τον κοινωνικό εκφασισμό και την αυτοδικία.
Όλα αυτά θα πρέπει να προβληματίσουν τους υπεύθυνους ποντιακούς φορείς και να αποφασίσουν μια τολμηρή πολιτική που θα έχει ως στόχο ένα ξεκαθάρισμα, ώστε να οριστούν οι κόκκινες γραμμές και η ηθική του ποντιακού κινήματος.
Η ευθύνη που έχουν οι φορείς είναι μεγάλη. Μια απλή ανακοίνωση καταγγελίας δεν αρκεί για την αντιμετώπιση ενός τόσο σοβαρού συμβάντος. Ίσως δεν έχουν συνειδητοποιήσει πόσο μεγάλη είναι η ευθύνη τους απέναντι στη δημοκρατική μας κοινωνία. Γιατί καλώς ή κακώς δεν θα ξεπεραστούν τόσο εύκολα οι συνέπειες της επίθεσης ενάντια στον Γ. Μπουτάρη, των οποίων το ίχνος θα βλέπουμε για μεγάλη περίοδο.
Η προσωπική στάση
Επειδή αγωνίζομαι εδώ και περισσότερο από 30 χρόνια για τα ζητήματα αυτά και έχω γνωρίσει κάθε στιγμή και κάθε φάση που πέρασε ο αγώνας αυτός, μπορώ να αξιολογήσω τα όρια και τις κόκκινες γραμμές. Όπως επίσης και το τι ήθος πρέπει να επικρατεί σε όσους ισχυρίζονται ότι συμπαραστέκονται στην προσπάθεια καταξίωσης μιας τέτοιας τραγικής ιστορικής εμπειρίας, όπως αυτής της Γενοκτονίας που υπέστησαν οι μη μουσουλμανικοί πληθυσμοί της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας από τον τουρκικό εθνικισμό…
Ε λοιπόν, αυτοί που πραγματικά πονούν για τις Γενοκτονίες, δεν μπορεί να είναι αυτοί οι ακραίοι ημιμαθείς που νομίζουν ότι ο φανατισμός και η προκατάληψη αντικαθιστά τη γνώση. Ούτε όσοι ονειρεύονται να διαπράξουν οι ίδιοι γενοκτονίες των «εχθρών» τους και γι’ αυτό με τόσο απλό και εύκολο τρόπο παρεισφρύουν σε εκδήλωση που έχουν διοργανώσει σοβαροί φορείς και παίρνουν το νόμο στα χέρια τους «γιατί έτσι τους γουστάρει». Εάν το ποντιακό κίνημα θέλει να διατηρήσει τη σοβαρότητά του, θα πρέπει να βρει τρόπο να περιθωριοποιήσει και να θέσει εκτός του κινήματος όσους έχουν την ίδια δομή και τις ίδιες προσδοκίες με τους παλιούς γενοκτόνους. Το ίδιο πρέπει να κάνουν και όσοι θέλουν να λέγονται «Αριστεροί». Να σεβαστούν το λαό και τη μνήμη του και να συμπαρασταθούν με όποιο τρόπο μπορούν στον αγώνα για την ιστορική του δικαίωση.
Τώρα, όσον αφορά τις κατά καιρούς εκφρασμένες απόψεις του Μπουτάρη, αυτό είναι άλλο πράγμα. Οι τιμητές του, ας του ασκήσουν κριτική όπου θέλουν. Όχι όμως καπελώνοντας με τη βίαιη συμπεριφορά τους μια τέτοια εκδήλωση, που ουσιαστικά καταδικάζει τη γενοκτονική βία. Προσωπικά έχω συγκρουστεί δημόσια με τον Μπουτάρη με επώνυμα κείμενα και καταγγελίες, αλλά στην κατάλληλη στιγμή και στο πεδίο που θα έπρεπε….
Εν κατακλείδι
Σε ένα παλιότερο κείμενο στην εφημερίδα «Εποχή» είχα γράψει: «Το μόνο πραγματικό ζήτημα που υπάρχει για το ζήτημα της Γενοκτονίας των χριστιανικών πληθυσμών της Ανατολής (Αρμενίων, Ελλήνων, Ασσυροχαλδαίων), δυστυχώς δεν έχει γίνει πλήρως κατανοητό: είναι η σωστή προσέγγιση και η τοποθέτηση του ζητήματος σ’ ένα τέτοιο πλαίσιο, ώστε να αποφευχθεί η ιδεολογική χρήση των πραγματικών ιστορικών γεγονότων από ακροδεξιούς, ρατσιστές, αλυτρωτιστές. Και αυτό είναι απολύτως εφικτό, αρκεί να γίνει κατανοητό και να σταματήσουν οι σκιαμαχίες, οι οποίες προσπαθούν να αμφισβητήσουν ή να μειώσουν τη σημασία μιας πραγματικά τραγικής σελίδας της σύγχρονης ιστορίας».