
Δυστυχώς, για τις επαίσχυντες αυτές πράξεις, ουδείς γερμανός καταδικάστηκε. Για τις εκτελέσεις αντρών, γυναικών και παιδιών στην Κλεισούρα, τους Πύργους, το Μεσόβουνο, τον Χορτιάτη, το Ελατοχώρι, το Καταφύγι, το Παλαιογράτσανο, το Κάτω Γραμματικό, τα Κερδύλια, τη Μόρνα, το Σαραντάπορο, την Καστανιά, τον Αετό, το Ελευθεροχώρι, τον Τρίλοφο, την Κατερίνη, τις αναίτιες καταστροφές και τις δεκάδες μεμονωμένες εκτελέσεις και τις μαζικές εκτελέσεις ομήρων δεν λογοδότησε κανείς Γερμανός. Αλλά ούτε και στην Ελλάδα εκδόθηκε κάποιος Γερμανός για να δικαστεί για τη δράση του στη Μακεδονία. Τα θύματα δεν δικαιώθηκαν ποτέ με τον ποινικό κολασμό των θυτών τους.
Γιατί ωστόσο οι μεταπολεμικές γερμανικές κυβερνήσεις αρνήθηκαν και αρνούνται ακόμη να επανορθώσουν; Ποια είναι τα επιχειρήματά τους; Ποια είναι η δύναμη των τεκμηρίων, από την άλλη, ικανή να αντιστρέψει την παρούσα κατάσταση; Τι προτείνεται από τη μεριά των ιστορικών;
Το βιβλίο «Η οφειλή των επανορθώσεων: υποθήκες της γερμανικής κατοχής στην Ελλάδα και την Ευρώπη?μια επισκόπηση» (πλούσια τεκμηριωμένο, στηριγμένο σε εκατοντάδες αρχειακές πηγές, σε καλή μετάφραση και στρωτή γλώσσα) εκδίδεται από την δραστήρια και πολλαπλώς ευαίσθητη στα κοινωνικά θέματα εθελοντική ομάδα δράσης της πόλης μας. Και έρχεται όχι μόνο να καλύψει ένα κενό βιβλιογραφικό αλλά κυρίως έρχεται στην κατάλληλη χρονικά στιγμή, σε μια εποχή δηλαδή κρίσης, εποχή αναζήτησης μιας ευρωπαϊκής δημοκρατικής ταυτότητας, εποχή ανάδειξης ακροδεξιών, ξενοφοβικών κομμάτων και αντιδημοκρατικών, εθνικιστικών νοοτροπιών.
Το βιβλίο, όπως επισημαίνουν οι συγγραφείς του, διακεκριμένοι ακαδημαϊκοί και κοινωνικοί ερευνητές, κυκλοφόρησε την άνοιξη του 2017 από τον εκδοτικό οίκο του Βερολίνου «Metropol» , γνώρισε μεγάλη αποδοχή, προκάλεσε όμως και σφοδρές αντιπαραθέσεις. Παράλληλα, οι συγγραφείς του πολυσέλιδου τόμου, συνέχισαν τις έρευνές τους και επί τη βάσει των καινούριων αρχείων, επεσήμαναν νέες πηγές και επεξεργάστηκαν πλευρές της εθνικοσοσιαλιστικής κατοχής στην Ελλάδα και στις ελληνογερμανικές αντιπαραθέσεις για τις αποζημιώσεις, οι οποίες εντωμεταξύ επεκτείνονται σε ένα χρονικό διάστημα εβδομήντα ετών και παραμένουν έως σήμερα άλυτο πρόβλημα.
Με τα λόγια των συγγραφέων: «Η ελληνική έκδοση, λοιπόν, παρουσιάζει σε γενικές γραμμές σημαντικές βελτιώσεις. Επιτρέπει στις αναγνώστριες και τους αναγνώστες να εντάξουν τις ελληνικές απαιτήσεις για επανορθώσεις, οι οποίες εξακολουθούν να μην έχουν ικανοποιηθεί, στην ευρωπαϊκή τους διάσταση, και έτσι να δημιουργήσουν τη βάση για μια διαδικασία αντιμετώπισης συντονισμένη και με άλλες χώρες, που υπήρξαν κάποτε κατεχόμενες από τον εθνικοσοσιαλισμό. Αλλά, ακόμη και τώρα δεν μπορούμε να θεωρήσουμε ότι έχουμε πει τον τελευταίο λόγο στο ζήτημα των αποζημιώσεων. Το δικό μας βιβλίο εργασίας αποτελεί μάλλον μόνο μια αρχή, ένα κίνητρο για την έναρξη και διεύρυνση των ερευνών και των συζητήσεων γύρω από το περίπλοκο ζήτημα των αποζημιώσεων. Απομένει σε άλλους να καλύψουν τις ελλείψεις και τα κενά που συνοδεύουν αυτό το έργο».
Σημαντικό είναι επίσης ότι η πιο περιορισμένη αυτή έκδοση—σε σχέση με την πρώτη γερμανική έκδοση του 2017 η οποία διαθέτει περισσότερα τεκμήρια και πηγές—διαθέτει για τους Έλληνες αναγνώστες τη διεύθυνση μιας διαδικτυακής πλατφόρμας, όπου εμπεριέχονται τα τεκμήρια, στο πρωτότυπο ή σε μεταφράσεις.
Μια πρόχειρη ματιά στον πίνακα περιεχομένων κατατοπίζει τον αναγνώστη για τον τρόπο δουλειάς και τη συλλογιστική των ιστορικών: Το ζήτημα των επανορθώσεων: μεθοδολογικά και ιστορικά στοιχεία, η κατοχή και η λεηλασία της Ελλάδας την περίοδο 1941‐1944, η κατοχή στην Ελλάδα σε σύγκριση με τις υπόλοιπες κατεχόμενες περιοχές της γερμανοκρατούμενης Ευρώπης, η πολιτική των συμμάχων απέναντι στις επανορθώσεις, η πολιτική των δυτικογερμανικών ελίτ εξουσίας για τις επανορθώσεις ως τα τέλη της δεκαετίας του ’80, ένα νέο ξεκίνημα: οι αντιπαραθέσεις για τη γερμανική οφειλή των επανορθώσεων στην Ελλάδα και την Πολωνία από το 2015 και η οικοδόμηση ενός «ευρωπαϊκού πολιτισμού μνήμης», οι εξελίξεις στην Ελλάδα, οι διαστάσεις του ζητήματος της οφειλής των επανορθώσεων και οι γερμανικές παροχές μέχρι σήμερα.
Επιλογικά: στην ερώτηση δημοσιογράφου «Θεωρείτε ότι η Ελλάδα μπορεί να διεκδικήσει επιτυχώς τις αποζημιώσεις;» η απάντηση του καθηγητή Ρότ είναι σαφής: «Ναι, το ελληνικό αίτημα είναι δικαιολογημένο από κάθε άποψη. Όμως υπάρχουν και άλλα αντίστοιχα αιτήματα προς την Γερμανία: Από την Πολωνία έως τις πρώην κατεχόμενες περιοχές της Σοβιετικής Ένωσης, την πρώην Γιουγκοσλαβία και μερικές χώρες ακόμη. Οι κυβερνήσεις αυτών των χωρών θα μπορούσαν να διαμορφώσουν μια κοινή πρόταση προς την γερμανική ελίτ που εξουσιάζει. Το συνολικό ποσό των αποζημιώσεων προς τις χώρες αυτές ήταν μεγαλύτερο από το διπλάσιο του ετήσιου ΑΕΠ της Γερμανίας το 2017!» (συνέντευξη στον Ν. Μίχο, tvxs, 4.11. 2018).