«Γεγονός μέγα, γεγονός ιστορικόν»: Το εργοστάσιο εμποτισμού της Κατερίνης, σπουδαίο τεκμήριο της βιομηχανικής ιστορίας της Ελλάδας

ergostasioeb2

του Αντώνη Κάλφα

Στο περιοδικό «Το Δάσος», στα τεύχη 4 (1947), 5, 6-7 και 8-9 (1948-49), υπάρχει σειρά 4 άρθρων, 30 συνολικά σελίδων, «του τ. Διευθυντού Δασών του Υπουργείου Γεωργίας, Δασολόγου - Μηχανικού, Ιωάννου Κοκκίνη», για «Το εργοστάσιο εμποτισμού των ΣΕΚ εν Κατερίνη», στο οποίο υπάρχει αναλυτική παρουσίαση του ιστορικού και των λειτουργιών τού γνωστού μέχρι σήμερα εργοστασίου στον Σταθμό.

Η σειρά των άρθρων ξεκινά ως εξής: «Γεγονός μέγα, γεγονός ιστορικόν, γεγονός το οποίον αποτελέσει αληθώς σταθμόν εις τε την Σιδηροδρομικήν και την Δασικήν Διοίκησιν και εξέλιξιν, έλαβε χώραν το έτος 1939: Η ίδρυσις εν Κατερίνη υπό των Σιδηροδρόμων του Ελληνικού Κράτους εγκαταστάσεων προς απόκτησιν ελληνικών στρωτήρων εν συνδυασμώ με τας εις το δάσος της Σκοτεινών (Μόρνας) ανεγερθείσας υπό του Υπουργείου Γεωργίας τοιαύτας). Πλησίον της Κατερίνης υπάρχουν μεγάλαι αλυκαί».

Ποια είναι η ιστορία του εργοστασίου, πώς παράγονταν οι στρωτήρες, ποιες οι μονάδες του, οι διαδικασίες κατασκευής αλλά και η σημασία αυτού του σημαντικού για την περιοχή αλλά και για την ελληνική επικράτεια θεσμού;

Στην εμπεριστατωμένη εργασία τους οι συνάδελφοι Νίκος Γραίκος και Γιώργος Περδίκης είχαν δημοσιεύσει προ ετών εκτενή σχετική μελέτη από όπου και οι πληροφορίες που ακολουθούν (Γραίκος Ν. & Περδίκης, Γ. 2008, O εμποτισμός ως μέθοδος προστασίας του ξύλου και η ιστορία της χρήσης του στην ελληνική βιομηχανία ξύλου. Αξιοποίηση στη δημιουργία εκπαιδευτικού υλικού για την Περιβαλλοντική Εκπαίδευση).

«Το εργοστάσιο εμποτισμού δίπλα στο σιδηροδρομικό σταθμό Κατερίνης ιδρύθηκε το 1939 (δοκιμαστικά από το 1936) από τους Σιδηρόδρομους Ελληνικού Κράτους (Σ.Ε.Κ.) και πρωτεργάτη τον Ι. Κοκκίνη, ο οποίος όχι μόνο διεύθυνε το εργοστάσιο, αλλά διεξήγε πολλά πειράματα για την βελτίωση των μεθόδων εμποτισμού.

Προϊόν του εργοστασίου ήταν οι εμποτισμένοι με πισσέλαιο σιδηροδρομικοί στρωτήρες και οι στύλοι της Δ.Ε.Η. και Οι κύριες μονάδες ήταν πέντε: (α) Το υπόστεγο αποθήκευσης και αποξήρανσης των στρωτήρων, κατασκευασμένο από σιδερένιο σκελετό και ξύλινα στοιχεία, (β) ο ατμολέβητας που έδινε κίνηση στο εργοστάσιο, (γ) ο αεροσυμπιεστής, (δ) η μηχανή υποπίεσης, και (ε) ο λέβητας εμποτισμού. Όλα τα μηχανήματα ήταν της γερμανικής εταιρείας Bossing.

Η γραμμή παραγωγής ξεκινούσε με την παραλαβή των στρωτήρων, παλαιότερα αποκλειστικά από το εργοστάσιο της Μόρνας κι αργότερα από άλλες περιοχές (Κόρινθο, Σέρβια Κοζάνης κ.α.). Στη συνέχεια με ειδικά βαγονέτα Decauville οι στρωτήρες μεταφέρονταν στο λέβητα εμποτισμού, όπου με τη μέθοδο Rüping (στην πρώτη φάση χρησιμοποιήθηκε και η σύνθετη μέθοδος Wolman με τη χρήση του τοξικού μυκητοκτόνου τανάλιθου), εμποτίζονταν με πισσέλαιο. Η μέθοδος ήταν απλή. Τι πισσέλαιο εισαγόταν στον εμποτιστικό λέβητα και περιέλουζε τους στρωτήρες. Με τη βοήθεια ενός αεροσυμπιεστή αύξαινε η πίεση στο εσωτερικό του λέβητα, με αποτέλεσμα να εισχωρεί το πισσέλαιο βαθύτερα στην ξύλινη μάζα. Μετά από τρεις περίπου ώρες, μειωνόταν σταδιακά η πίεση κάτω του κανονικού, με τη βοήθεια ενός μηχανήματος υποπίεσης, για να αποστραγγιστεί το πισσέλαιο που περίσσευε. Με την επαναφορά στην κανονική πίεση, ο λέβητας άνοιγε και οι στρωτήρες ήταν έτοιμοι για μεταφορά. Το πισσέλαιο που περίσσευε ξαναχρησιμοποιούνταν στην επόμενη σειρά παραγωγής.

Το εργοστάσιο λειτούργησε ανελλιπώς μέχρι το Σεπτέμβριο του 2005, οπότε διακόπηκε απότομα η λειτουργία του με απόφαση της Νομαρχίας Πιερίας. Για δεκαετίες ήταν το μοναδικό εργοστάσιο του είδους του στην Ελλάδα. Σήμερα λειτουργούν δύο βιομηχανικές μονάδες εμποτισμού στύλων (Ιωάννινα, Κόρινθος). Άλλες δέκα μονάδες χρησιμοποιούν υδατοδιαλυτικά άλατα. Οι κύριες εμποτιστικές ουσίες που χρησιμοποιούνται σήμερα στην Ελλάδα είναι: (α) το πισσέλαιο ή κρεόζωτο για στύλους ΟΤΕ και ΔΕΗ και στρωτήρες ΟΣΕ, (β) υδατοδιαλυτικά άλατα (ή οξείδια) ή χαλκο – χρωμίου – βορίου (CCB) για ξύλινες κατασκευές».

Τι απομένει σήμερα από όλα αυτά; Οι φωτογραφίες του Παναγιώτη Φτάρα μας δείχνουν τα απομεινάρια του βιομηχανικού πολιτισμού ως υψιπετή δείγματα της νεωτερικότητας: φουγάρα, μηχανές, τραίνα και βαγόνια, υπόστεγα αποθήκευσης των στρωτήρων, κλιβάνους, αεροσυμπιεστές, μηχανές υποπίεσης, κτίρια με την εμφανή πλην γοητευτική φθορά του χρόνου, ονόματα εργατών χαραγμένα στους τοίχους, αυθεντικές εικόνες σε αυθεντικά συμφραζόμενα· ένας εγγράμματος υλικός πολιτισμός της προόδου in situ κατακτούν την καρδιά των σημερινών φιλίστορων.

Οι φωτογραφίες του Παναγιώτη Φτάρα χωρίς να διεκδικούν μια ξεχωριστή σχολή αισθητικής σκέψης καταφέρνουν και συνομιλούν με το κτισμένο τοπίο και το περιβάλλον αποδίδοντας με σεμνότητα και ευαισθησία τον ιστορικό και πολιτισμικό ορίζοντα ο οποίος τις γέννησε.

Όπως εξάλλου ορθά σημειώνει— από άλλη αφορμή— ο Ηρακλής Παπαϊωάννου «ο ελληνικός λόγος για τη φωτογραφία δεν φαίνεται να συγκροτεί διακριτή σχολή σκέψης. Καθώς άλλωστε η νεωτερικότητα αποδόμησε αποφασιστικά και αμετάκλητα την παράδοση, οι κατά τόπους διαφορές υποχώρησαν σταδιακά για χάρη μιας διεθνοποιημένης αισθητικής που δεν αφορούσε μόνο τα έργα αλλά εκτείνονταν αναπόδραστα και στον λόγο που τα συνόδευε. Ποια είναι τότε η χρησιμότητα του εγχώριου φωτογραφικού λόγου; Η συμβολή του είναι σημαντική στην ανάδειξη του ιστορικού νήματος, καθώς ευνοεί την αποτίμηση των εικόνων με βάση τα αυθεντικά συμφραζόμενα που ορίζονται από τα διάφορα επίπεδα ιστορικού λόγου» (Ηρακλής Παπαϊωάννου [επιμέλεια] Η ελληνική φωτογραφία και η φωτογραφία στην Ελλάδα. Μια ανθολογία κειμένων, Νεφέλη 2013).

 

φωτογραφίες: Παναγιώτης Φτάρας

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ

Image
Image

ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ