[Η οδός Παρθενίου Βαρδάκα στη δεκαετία του 1950. Δεξιότερα διακρίνεται ο πυργίσκος
του περίφημου «Κάστρου», ιδιόμορφου κτίσματος, κατεδαφισμένου σήμερα, που κοσμούσε την πόλη. ΑΡΧΕΙΟ ΣΑΤΣΙ]
 

Η φωτογενής Κατερίνη του Σάββα Τσιλιγγιρίδη (1924-2004)

και το πολύτιμο ΑΡΧΕΙΟ ΣΑΤΣΙ των 6.000 φωτογραφικών τεκμηρίων

 

του Αντώνη Κάλφα

Πώς βλέπεις μια πόλη σαν την Κατερίνη; Πώς νιώθουμε βαδίζοντας στους δρόμους της; Πού σταματά το μάτι μας; Γιατί κάτι που είδαμε να το χαρακτηρίζουμε ωραίο; Πώς οι μορφές, τα πρόσωπα, οι διαφημιστικές πινακίδες (τα φύλλα κρούστας του Μπάμπη Αθανασιάδη της φωτογραφίας), τα πεζοδρόμια, το βάθος ενός πολυσύχναστου δρόμου, ο τενεκές ενός βιοπαλαιστή αποκτούν ζωή ενώ η ζωή αυτή πια δεν υπάρχει; Γιατί στεκόμαστε με σεβασμό απέναντι σε αποτυπώσεις όπως αυτή της οδού Π. Βαρδάκα; Πού οφείλεται ο σεβασμός αυτός; Είναι μόνο η ανάμνηση, η μνήμη που κουβαλά αυτή η φωτογραφία (η νοσταλγία δηλαδή) ή μήπως είναι και ο δημιουργικός τρόπος, η ευφυϊα, η καλαισθησία, η ιδιαίτερη εκείνη ματιά του φωτογράφου που στήνει μπροστά μας με μαεστρία ένα οργανωμένο σύνολο από γραμμές, λειτουργικές ισορροπίες και τεχνικές καθαρότητας επιτρέποντάς μας να στοχαστούμε μαζί με τον φωτογράφο για την ανθρώπινη μοίρα, τη μοίρα της πόλης μας εν προκειμένω;

Παρόμοιες καλλιτεχνικές απεικονίσεις δείχνουν κάτι παραπάνω από το ήδη υπάρχον. Μας λένε κάτι παραπάνω γύρω από το πώς έκτιζαν τα σπίτια τους οι άνθρωποι, πώς και πού άνοιγαν τα μαγαζιά τους οι επαγγελματίες, ποια μέσα μεταφοράς χρησιμοποιούσαν οι πολίτες για τις μετακινήσεις τους. Μπορούμε μέσα από τις φωτογραφίες να αναπαραστήσουμε το παρελθόν, τα εργαλεία δουλειάς, τον τρόπο με τον οποίο σκέφτονταν οι άνθρωποι μιας εποχής, μπορούμε να έχουμε δηλαδή μια ιστορία των νοοτροπιών μιας εποχής.

«Μια ιστορία των νοοτροπιών» --γράφει ο παθιασμένος με τα υλικά τεκμήρια της Πιερίας και το πολιτισμικό νόημά τους ιστορικός τέχνης και εικαστικός Νίκος Γραίκος-- «µπορεί να χρησιµοποιήσει ποικίλα είδη πηγών και κυρίως αυτά που καθρεφτίζουν το συλλογικό πολιτισµικό ασυνείδητο, όπως τα καλλιτεχνικά έργα (εικαστικά, λογοτεχνικά) και τις εκφράσεις συµπεριφορών και συναισθηµάτων, φυσιολογικών ή ακραίων (οικογενειακές φωτογραφίες, επιστολές, δηµόσιους λόγους µε ισχυρό συναισθηµατικό περιεχόµενο κ.ά.). Οι  πολιτιστικοί σύλλογοι, οι συντεχνίες, οι φιλόπτωχοι σύλλογοι και τα κάθε είδους σωµατεία, που αποσκοπούν σε συλλογικές κοινωνικές δράσεις αποτελούν επίσης πηγές για την ιστορία των νοοτροπιών, εφόσον προσεγγιστούν ως εκφράσεις βαθύτερων πολιτισµικών προσδοκιών κι όχι ως σειριακές αλληλουχίες εκδηλώσεων, αποκοµµένων από το σηµασιολογικό τους πλαίσιο» (Εστιακά Σύμμικτα Ι, 2008, σ. 12).  

Από τα μοντέρνα επαγγέλματα της πόλης μας υπήρξε και αυτό του φωτογράφου. Ο Σάββας Σ.  Τσιλιγγιρίδης (1924-2004), γνωστότερος ως ΣΑΤΣΙ, παιδί προσφύγων από τη Φάτσα του Πόντου, λάτρης της φωτογραφίας, της καλής μουσικής και της ορειβασίας (όπως εξάλλου και ο μαέστρος Δημήτρης Μητρόπουλος) στήνει το 1951 το μαγαζί του στο κέντρο της πόλης. Από αυτήν την εποχή κατάγεται και το σπάνιο ανέκδοτο στιγμιότυπο στο οποίο ο δεινός φωτογράφος καταγράφει την καθημερινή εικόνα ενός πολυσύχναστου δρόμου της Κατερίνης (η επεξεργασία είναι του Σπύρου Σ. Τσιλιγγιρίδη, απαράμιλλου γραφίστα, ο οποίος και ανέσυρε την ωραιότατη φωτογραφία από το πολύτιμο ΑΡΧΕΙΟ ΣΑΤΣΙ την ευθύνη του οποίου με επιμέλεια τηρεί μετά τον θάνατο του πατέρα του έχοντας στο ενεργητικό του ήδη τέσσερις υποδειγματικές εκδόσεις).

Μήπως είναι καιρός ο δήμαρχος Κώστας Κουκοδήμος, το δημοτικό συμβούλιο αλλά και οι ποικίλες συλλογικότητες της πόλης (αρχιτέκτονες, μηχανικοί, επιστημονικοί και πολιτιστικοί σύλλογοι) να σκεφτούν πώς μπορούν να αξιοποιήσουν δημιουργικά το εξαιρετικό ΑΡΧΕΙΟ ΣΑΤΣΙ, δείγμα ενός αισθητικού και στοχαστικού τρόπου θέασης της κληρονομιάς της πόλης μας (μνημείων, δρόμων, οικισμών, προσώπων);

Κάτι παρόμοιο έκαναν εξάλλου και μικρότεροι Δήμοι, όπως ο Δήμος Λιτοχώρου ο οποίος απέκτησε το σχετικό με το Λιτόχωρο και τον Όλυμπο μέρος του Αρχείου Μπουασονά και προχώρησε στην έκδοση και σχετικού λευκώματος.

Ο δικός μας Μπουασονά του 20ού αιώνα, ο δικός μας Κώστας Μπαλάφας ή Τάκης Τλούπας υπήρξε τελεσιδίκως ο Σάββας Τσιλιγγιρίδης και οφείλουμε επιτέλους να το κάνουμε γνωστό όχι μόνο στους Κατερινιώτες αλλά και σε ολόκληρη την φιλότεχνη Ελλάδα.

                 

[Το κείμενο—με ελάχιστες αλλαγές και με τίτλο «Η φωτογενής Κατερίνη του Σάββα Τσιλιγγιρίδη»—είχε δημοσιευτεί πριν από δύο περίπου χρόνια αλλά διατηρεί νομίζω την επικαιρότητά του και σήμερα αν σκεφτεί κανείς ότι, θεωρητικά τουλάχιστον, οφείλουμε να ξανασκεφτούμε το μέλλον του τόπου μας ενόψει της συμπλήρωσης 200 χρόνων από το 1821].

pigasosmedousa1

«Το πρόσωπο της Μέδουσας» | θέατρο Πήγασος

του Αντώνη Κάλφα

Στο κατατοπιστικό βιβλίο της «Αρχαία ελληνική τραγωδία» (Εκδόσεις Καρδαμίτσα, 1976) η Ζακλίν ντε Ρομιγί (1913-2010)—σπουδαία μορφή των ευρωπαϊκών κλασικών γραμμάτων—τονίζει ανάμεσα σε άλλα πως η ελληνική τραγωδία δεν είναι βεβαίως στρατευμένη λογοτεχνία αλλά οι λόγοι της εξαιρετικής απήχησής της θα πρέπει να εντοπιστούν στο γεγονός ότι η τέχνη αυτή «διατήρησε συνεχή επαφή με τις συλλογικές πραγματικότητες της πολιτικής ζωής, ακριβώς όπως κερδίζει πιο τραχιά δύναμη, γιατί διατήρησε την επαφή με τους αρχέγονους μύθους· αλλά ούτε στη μια ούτε στην άλλη περίπτωση συγχέεται με την ύλη που της παρέχεται κατ’  αυτόν τον τρόπο. Το αληθινό της νόημα προέρχεται από την ανθρώπινη ερμηνεία που παρέχεται στα αναφερόμενα κακά. Και μόνο αυτή η ερμηνεία προσδιορίζει αληθινά το τραγικό» (σ. 148).

katerini1821b

του Αντώνη Κάλφα

Η Πιερία και η Κατερίνη συμμετείχαν ενεργά, με όσες δυνάμεις διέθεταν για τα δεδομένα της εποχής αυτής, στην επανάσταση του 1821. Τον Φεβρουάριο του 1821 —γράφει ο Αθανάσιος Καραθανάσης που δημοσίευσε και νέες ειδήσεις για την Πιερία το 1993, εκείνες του Γάλλου προξένου Bottu —στην σκάλα Ελευθεροχωρίου άραξαν δύο ψαριανά πλοία που μετέφεραν τον Κασομούλη από την Πελοπόννησο, όπου είχε μεταβεί ως απεσταλμένος των αρχηγών του Ολύμπου. «Στο μεταξύ ο καπετάνιος της περιοχής, Διαμαντής Νικολάου ξεσήκωνε τους κατοίκους της Βέροιας, της Κατερίνης του Ολύμπου».

prosfygesmetanaste1

του Αντώνη Κάλφα

(φωτογραφίες: Παναγιώτης Φτάρας) 

1913. Μετά την απελευθέρωση της Μακεδονίας σε σχετικό πίνακα του πληθυσμού της υποδιοικήσεως Κατερίνης (16 Αυγούστου 1913) οι κάτοικοι της πόλης έχουν ως εξής: Έλληνες ορθόδοξοι 1.695 άρρενες και 1.613 θήλεις, σύνολο 3.308. Μουσουλμάνοι άρρενες 879 και 901 θήλεις, σύνολο 1.780. Ο συνολικός αριθμός της πόλης που κατοικούσε σε 1.000 οικίες ανέρχεται σε 5.088 κατοίκους.

ftaraskaterinidiak2

του Αντώνη Κάλφα

Στην εργασία «Σύντομη ιστορία της πόλεως Κατερίνης. Αναζήτηση αρχειακών πηγών και βιβλιογραφίας»,  υπογραμμίζεται πως εξαιτίας των ελών και της υψομετρικής της διαφοράς από τη θάλασσα, η Κατερίνη δεν πρέπει να κατοικήθηκε συστηματικά πριν από το πρώτο τέταρτο του 19ου αιώνα:  «Η γνώμη μας είναι πως η Κατερίνη, λόγω της θέσης της όπως προείπαμε, θα χρησιμοποιήθηκε ως στρατιωτική βάση, όπως θα λέγαμε σήμερα, θα αποτέλεσε δηλαδή στα χρόνια της τουρκοκρατίας τούρκικο στρατόπεδο [...]».

kateriniekatoxronia4

του Αντώνη Κάλφα

(φωτογραφίες: Παναγιώτης Φτάρας)

Η Κατερίνη μετά την απελευθέρωση συγκροτήθηκε σε Κοινότητα (Β.Δ. 28.6.1918, ΦΕΚ Α 152/1918) ενώ παράλληλα αρχίζουν να δημιουργούνται και τα πρώτα σωματεία. Από τα πρώτα σωματεία (τοπικά, αλληλοβοηθητικά και προαγωγής συμφερόντων) είναι η Ένωσις Λειβαδιωτών Ολύμπου, με έδρα την Κατερίνη. Είχε 79 ιδρυτικά μέλη, με πρόεδρο το Γεώργιο Παπαγεωργίου (ημερομηνία αναγνώρισης 6.10.1918).

Σελίδα 6 από 30

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ

Image
Image

ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ