Η ιστορία του Κατερινιώτη Νίκου Κεφαλίδη και το σύνθημα στο μιναρέ της Ροτόντας
Στα τέλη της δεκαετίας του ’80 άκουγες συχνά στα καφενεία ιστορίες της Κατοχής και της Αντίστασης. Είχε προηγηθεί η αναγνώριση της Εθνικής Αντίστασης το 1982 και μέσα σε λίγα χρόνια η καταπιεσμένη και άρρητη μνήμη αυτών που συμμετείχαν με κάποιο τρόπο σε αυτήν, έγινε πλέον κυρίαρχη και εκφραζόταν δημόσια και περήφανα.
Σε μια τέτοια παρέα και μεταξύ τσίπουρου και μεζέ έγινα αυτήκοος μάρτυρας μιας ριψοκίνδυνης πράξης που συνέβη στη Θεσσαλονίκη της Κατοχής και θύμιζε την πασίγνωστη ιστορία των Μ. Γλέζου και Λ. Σάντα και το «κλέψιμο» της γερμανικής σημαίας από την Ακρόπολη τον Μάιο του 1941. Ο κύρ Νίκος ο Κεφαλίδης άρχισε να διηγείται μια απίστευτη ιστορία την οποία κράτησα στη μνήμη μου με αρκετή επιφύλαξη αφού δεν είχα τον τρόπο να τη διασταυρώσω. Έλεγε λοιπόν ότι όταν ήταν φοιτητής της Νομικής μέσα στην Κατοχή, μαζί με άλλους, ανέβηκε στον μιναρέ της Ροτόντα και κατέβασε τη γερμανική σημαία που κρέμονταν στο συρματόσχοινο που ξεκινούσε από την κορυφή της και έδενε απέναντι στην Καμάρα.
Μόλις πρόσφατα όμως έπεσε στα χέρια μου ένα βιβλίο με τίτλο Το πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης στον καιρό της Κατοχής που έγραψε ο Γιώργος Καφταντζής, ο δικηγόρος που δημοσίευσε και τα ημερολόγια του Κατερινιώτη Λεωνίδα Γιασημακόπουλου για την περίοδο του εγκλεισμού του στο διαβόητο στρατόπεδο του Παύλου Μελά στη Σταυρούπολη. Ο ίδιος ο Καφταντζής ήταν ενταγμένος στην ΕΠΟΝ (όπως και ο Νίκος Κεφαλίδης) και οι ιστορίες του είναι όπως τις έζησε ή τις άκουσε. Αναφέρεται, λοιπόν, στα συνθήματα που έγραφαν οι φοιτητές στους τοίχους αλλά οι χωροφύλακες τα έσβηναν. Έτσι αναγκάστηκαν να σκεφτούν άλλους τρόπους. «Και ιδιαίτερα η θαυμαστή για την τόλμη και τον κίνδυνο γραφή ενός τρίτου συνθήματος στην κορυφή του μιναρέ της Ροτόντας, παρόλο που υπήρχε φύλακας. Το βράδυ παραμονής της 25ης Μαρτίου 1944 τρείς φοιτητές, Νίκος Μυρωνίδης, Νίκος Κεφαλίδης και Απόστολος Δαμιανίδης ανέβηκαν τα 130 και πλέον σκαλιά του μιναρέ και ο Μυρωνίδης κρεμάστηκε με σχοινί από την κορυφή του έξω στο κενό και έγραψε τις τρείς πελώριες λέξεις που φλόγιζαν τότε την Ελλάδα: ΕΑΜ, ΕΛΑΣ,ΕΠΟΝ. Γύρω από τον περίβολο φύλαγαν περιπολώντας ο Γιώργος Καζαντζίδης και τέσσερεις άλλοι ένοπλοι φοιτητές. Αυτό (το σύνθημα) δεν μπόρεσαν (να το σβήσουν) και έμεινε μέχρι την απελευθέρωση ».
Ο γιός του Νίκου Κεφαλίδη στον οποίο απευθύνθηκα στη συνέχεια μας έδωσε μια διαφορετική περιγραφή του γεγονότος. Ο πατέρας του ο ίδιος, μας είπε, κρεμάστηκε στο κενό και έγραψε το σύνθημα «Ζήτω η Ελευθερία». Επειδή μάλιστα όταν έφτασε στο γράμμα «Θ» το χρώμα στον κουβά είχε στεγνώσει, αναγκάστηκε να ουρήσει μέσα σε αυτό ώστε να καταφέρει να ολοκληρώσει το σύνθημα. Επίσης θυμάται (όπως κι εγώ) ότι αναφερόταν ξεκάθαρα στο κατέβασμα της γερμανικής σημαίας. Την επομένη, ανήμερα της 25ης Μαρτίου, όλη η Θεσσαλονίκη αντίκριζε το σύνθημα και ο ίδιος έκοβε βόλτες από κάτω θαυμάζοντας τον κατόρθωμα της ομάδας του. Όπως και να έγιναν τα πράγματα τελικά, αποδείχτηκε έστω και μετά από πολλά χρόνια ότι ο κυρ Νίκος δεν έλεγε ψέματα όταν αναφερόταν σε αυτό το γεγονός.
Για την ιστορία να προσθέσουμε ότι ο Νίκος Κεφαλίδης γεννήθηκε στο Σοχούμ της Γεωργίας το 1923, ήρθε στην Ελλάδα το 1932, έμεινε από μικρός ορφανός, τελείωσε το Γυμνάσιο Κατερίνης το 1940-41, πέρασε στη Νομική Σχολή του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, διέκοψε τις σπουδές του στο 4ο έτος λόγω φτώχειας, πέρασε στη διάρκεια της στρατιωτικής του θητείας από το Επταπύργιο, τη Μακρόνησο και τη Γυάρο, υπήρξε για 38 χρόνια εκλεγμένος δημοτικός σύμβουλος του Δήμου Κατερίνης και επαγγελματικά ασχολήθηκε με το εμπόριο και τα κτηματομεσιτικά. Πέθανε στην Κατερίνη τον Αύγουστο του 1999.
Κατερίνη 24/3/2023
Γιάννης Χ. Ποικιλίδης